Οι μύθοι γύρω από την δημιουργία
Η γέννηση του λαϊκού ήρωα του θεάτρου σκιών, δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη. Έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες και απόψεις σχετικά με την «γέννηση» του. Η ιστορία της δημιουργίας του ωστόσο, βασίζεται σε προφορικές παραδόσεις από τις οποίες η πιο διαδεδομένη αναφέρεται στον γνωστό θρύλο του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη που ζούσαν στην Προύσα. Ο Χατζηαβάτης ήταν εργολάβος οικοδομών και είχε αναλάβει να χτίσει το σαράϊ του πασά της Προύσας. Πήρε έτσι στο γιαπί εργάτες και ως αρχιμάστορα έβαλε τον Καραγκιόζη που ήταν μαραγκός. Ο πασάς είδε ότι το σαράϊ αργούσε να τελειώσει και απειλούσε τον Χατζηαβάτη πως θα τον θανατώσει. Ο Χατζηαβάτης τότε φοβήθηκε και φανέρωσε στον πασά ότι φταίχτης ήταν ο Καραγκιόζης που έλεγε αστεία στους μαστόρους και γελούσαν. Ο πασάς απείλησε και τον Καραγκιόζη αλλά εκείνος εξακολούθησε να αστειεύεται. Έτσι ο πασάς τον θανάτωσε. Όλοι αγανάκτησαν τότε με τον άδικο σκοτωμό του Καραγκιόζη κι ο πασάς για να ημερέψει τον λαό του έχτισε ένα ωραίο μνημείο στην Προύσα κι έθαψε εκεί τον Καραγκιόζη με μεγάλες τιμές. Η αδικία όμως αυτή κόστισε πολύ στον πασά κι αρρώστησε βαριά. Οι άλλοι αγάδες για να διασκεδάσουν τον πασά έφεραν τον Χατζηαβάτη στο σαράϊ να του λέει τα χωρατά του Καραγκιόζη. Μια μέρα ο Χατζηαβάτης έκοψε έναν χάρτινο Καραγκιόζη, τέντωσε ένα πανί που το φώτισε κι έδωσε παράσταση Καραγκιόζη. Ο πασάς ευχαριστήθηκε τόσο που του έδωσε άδεια να παίζει παραστάσεις όπου θέλει. Λέγεται, λοιπόν, πως έτσι δημιουργήθηκε ο Καραγκιόζης.
Υπάρχει όμως ακόμα ένας θρύλος για τον Καραγκιόζη που αναφέρεται στην ιστορία ενός έλληνα από την Ύδρα, του Γ.Μαυρομάτη και τοποθετείται χρονολογικά περίπου τον 18ο αιώνα. Ο Μαυρομάτης, λέγεται ότι πήγε στην Τουρκία από την Κίνα με το θέατρο σκιών του. Αποφασίζοντας να εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Πόλη, προσάρμοσε τόσο τη ζωή του όσο και το θέατρό του στα ήθη των τούρκων. Έτσι, ονόμασε τον πρωταγωνιστή του «Καραγκιόζ», προέκταση στα ελληνικά «Καραγκιόζης» που στα τούρκικα σημαίνει μαυρομάτης. Ο Μαυρομάτης, πέθανε στην Τουρκία και πληροφορίες αναφέρουν ότι είχε βοηθό του τον Γιάννη Μπράχαλη, τον πρώτο καλλιτέχνη του είδους που έφερε τον Καραγκιόζη στην Ελλάδα.
Οι πρώτες ιστορικά επιβεβαιωμένες πληροφορίες για το θέατρο του Καραγκιόζη εντοπίζονται στα μέσα του 17ου αιώνα και μας τον παρουσιάζουν να εκφράζει εικόνες από την ζωή των Τούρκων. «Ο Καραγκιόζης είναι εξίσου τουρκικός όσο και ελληνικός», αποφαίνεται ο Γιάννης Κιουρτσάκης. Διαβεβαιώνει, όμως, «ότι ήρθε στη χώρα μας από την Τουρκία ως εισαγόμενο είδος». Ο ελληνικός Καραγκιόζης αρχίζει να ακμάζει στην Πάτρα την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα -από το 1890 και μετά- από τον θρυλικό καραγκιοζοπαίχτη του ελληνικού θεάτρου σκιών Μίμαρο (ψευδώνυμο του Δημήτρη Σαρδούνη, 1865-1912), νόθο παιδί, εγγράμματο για τα μέτρα της εποχής, καλλίφωνο με ψαλτικό ηχόχρωμα, αυτοδίδακτο ζωγράφο και σεναριογράφο με καλπάζουσα φαντασία. Η πρώτη παράσταση δόθηκε το 1894 και πέντε χρόνια αργότερα έρχεται στην Αθήνα και δίνει παραστάσεις σ' ένα καφενείο της οδού Πανεπιστημίου. «Ο Καραγκιόζης άργησε να ριζώσει στην Ελλάδα», λέει ο Γιάννης Κιουρτσάκης, «γιατί εκτός από το ότι εθεωρείτο υποδέεστερο και ανατολίτικο είδος, χρειαζόταν να ζυμωθεί με την ελληνική ζωή, ώστε να δημιουργήσει ελληνική παράδοση. Συν τω χρόνω προσαρμόζεται στις ανάγκες, στις αξίες και στις πολιτιστικές νοοτροπίες του νεοελληνικού κόσμου. Πρόσωπα τα οποία έχουν κληροδοτηθεί από την Τουρκία μεταμορφώνονται σε νέα πρόσωπα». Ο ίδιος συνεχίζει όταν το θέατρο του Καραγκιόζη ταξιδεύει από την Πάτρα και εγκαθίσταται στην Αθήνα, «αυτές οι φιγούρες παύουν να έχουν τοπικά χαρακτηριστικά και γίνονται πανελλήνια». Και επιμένει σ' ένα βασικό δομικό στοιχείο της τέχνης του καραγκιοζοπαίχτη: «Είναι προφορική τέχνη. Αν ένας διάλογος, μια φράση ή ένα καινούργιο πρόσωπο αρέσουν στο κοινό, αυτό ζητάει από τον δημιουργό τους να τα επεξεργαστεί και να τα βελτιώσει. Και μ' αυτό τον τρόπο, κωδικοποιούνται και γίνονται σταθερό στοιχείο της παράδοσης, αλλιώς απορρίπτονται».
Ο Καραγκιόζης στην Ελλάδα
Ο Καραγκιόζης δεν ήταν άγνωστος στην Ελλάδα πριν από την Απελευθέρωση. Μάλιστα λέγεται ότι, τον καιρό που ετοιμαζόταν η επανάσταση, το θέατρο αυτό χρησίμευε ως τόπος συνάντησης των αρχηγών της που κατέστρωναν εκεί τα σχέδιά τους δίχως να τους υποψιαστούν οι Τούρκοι. Αποτελούσε θέαμα ακατάλληλο, χυδαίο ενώ τα βασικά του στοιχεία ήταν τούρκικα. Επρόκειτο άλλωστε για θέατρο που περιόδευε από περιοχή σε περιοχή ξεκινώντας κυρίως από την Πόλη. Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που περιόδευαν στον ελληνικό χώρο ήταν και ο Μπάρμπα-Γιάννης Μπράχαλης που, θεωρείται και ο πρώτος που έφερε την τέχνη του Καραγκιόζη στην Ελλάδα, (μεταξύ 1850 και 1860). Μετά την απελευθέρωση, ο Καραγκιόζης εγκαθίσταται μόνιμα στην Ελλάδα. Αν και ο εξελληνισμός του ξεκίνησε από την Ήπειρο, κορυφαίος δημιουργός του ήταν ο Πατρινός ψάλτης Δημήτριος Σαρδούνης, γνωστός με το ψευδώνυμο Μίμαρος ο οποίος μετέτρεψε το θέαμα σε ελληνικό οικογενειακό θέατρο, γι'αυτό και θεωρείται ο πρώτος "δάσκαλος" του Καραγκιόζη (1890). Το έργο του συνέχισαν οι τρεις βοηθοί και μαθητές του, Γιάννης Ρούλιας, Μέμος Χριστοδούλου και Θόδωρος Θεοδωρέλλος.
Το 1924 ιδρύεται στην Ελλάδα το Σωματείο Ελλήνων Καραγκιοζοπαικτών που αποτελείτο από 120 μέλη, μαθητές του Μίμαρου, του Ρούλια και του Μέμου. Ιδρυτές του Σωματείου ήταν οι γνωστοί παλιοί καλλιτέχνες του θεάτρου σκιών, Σωτήρης Σπαθάρης και Αντώνης Παπούλιας ή Μόλλας. Από τους πιο γνωστούς καραγκιοζοπαίκτες και μέλη του Σωματείου ήταν οι: Ανδρέας Αγιομαυρίτης, Γιάννης Μώρος, Μάρκος Ξανθάκης ή Ξάνθος, Κώστας Νταμαδάκης, Χρήστος Χαρίδημος, Παναγιώτης Μιχόπουλος, Γιάννης Παπούλιας, Σπύρος Κούζαρος, Βασίλης Αγαπητός, Ντίνος Θεοδωρόπουλος, Βασίλης Αγαπητός, Βασίλαρος, Γιάννης Πρεβεζάνος, Λευτέρης Κελαρινόπουλος, Μήτσος Μανωλόπουλος και πολλοί άλλοι που εμπλούτισαν τον ελληνικό Καραγκιόζη με έργα και φιγούρες.
Εκείνη την περίοδο και μέχρι το 1940 η τέχνη του Καραγκιόζη ήκμασε πολύ σε όλο τον ελληνικό χώρο. Η γερμανική κατοχή κατόπιν προκάλεσε την πρώτη κρίση του θεατρικού αυτού είδους, αλλά, δεν χάθηκε χάρη στον αγώνα των δημιουργών του.
Στα χρόνια του έγχρωμου κινηματογράφου, ο Καραγκιόζης και η τέχνη του έτεινε να εκλείψει, ωστόσο η επίπονη και επίμονη προσπάθεια του αξιόλογου καλλιτέχνη Ευγένιου Σπαθάρη ξαναζωντάνεψε τον λαϊκό αυτό ήρωα. Σήμερα, η θεατρική αυτή παράδοση συνεχίζεται με ενδιαφέρον από διάφορους παίκτες σε όλη την Ελλάδα και οι θεατές εξακολουθούν να την δέχονται με μεγάλη αγάπη και νοσταλγία.
Η κοινωνική ιστορία του θεάτρου σκιών
Σαν δρώμενο των μουσουλμανικών μοναχικών ταγμάτων, το Θέατρο Σκιών έστησε το τσαντίρι του στα μοναστήρια, στους τεκέδες, αλλά και στα εργαστήρια των βιοτεχνών του Παζαριού, το οποίο κατάργησε τους μεταπράτες, τους εμπόρους και καθιέρωσε να είναι ο παραγωγός ο ίδιος ανταλλάκτης των προϊόντων του ενώ συγχρόνως έγινε το επίκεντρο της πόλης σ'όλη την Ανατολή. Εδραίωσε μια ισότιμη σχέση και διαλεκτική ανάμεσα στην πόλη και στην ύπαιθρο και διαχώρισε όλες τις κοινωνικές ομάδες της οθωμανικής επικράτειας σε τρεις «τάξεις», ανάλογα με τη θέση που έπαιρνε το κάθε άτομο στην παραγωγή: στην τάξη των «ανθρώπων του σπαθιού» όπου κατατάχθηκαν οι εμπειροπόλεμοι των φυλών του βουνού και της ερήμου, κτηνοτρόφοι και διαμετακομιστές, στην τάξη των «ανθρώπων του σφυριού και του δρεπανιού», όπου κατατάχτηκαν οι βιοτέχνες της πόλης και των κεφαλοχωρίων καθώς και οι καλλιεργητές των κάμπων και στην τάξη των «ανθρώπων της πένας», στην οποία κατατάχτηκαν τα μέλη της μουσουλμανικής και χριστιανικής ιεραρχίας, που αποτέλεσαν τη νομοθετική, δικαστική, διπλωματική και αργότερα διοικητική υπαλληλία και γραφειοκρατία.
Η κατάταξη έγινε στο πανί του Θεάτρου Σκιών. Ο Καραγκιόζης ο Τσιγγάνος, έγινε σύμβολο των ανθρώπων του σφυριού, των βιοτεχνών του Παζαριού γενικότερα. Ο Χατζηαβάτης, έγινε το σύμβολο των γραμματιζούμενων, των ανθρώπων της πένας κι ο Μουσταφάς ο Μπεκρής, σύμβολο των πολεμιστών που είναι συνέχεια «μεθυσμένοι» από τη δύναμή τους.
Το Παζάρι ήταν και ελληνόφωνο και τουρκόφωνο κι ο Καραγκιόζης παιζόταν από την αρχή που εμφανίστηκε και στις δύο γλώσσες του Παζαριού: και στην ελληνική λαϊκή και στην τούρκικη λαϊκή γλώσσα. Καλλιεργούσε τη διαλογική συζήτηση. Δίδασκε στους θεατές το διάλογο, το παζάρεμα, τις έξυπνες ατάκες και το λογοπαίγνιο που επιτρέπει στον καθένα να είναι ετοιμόλογος. Αυτή η μορφή του Οθωμανικού Θεάτρου Σκιών που γεννήθηκε στη Μικρά Ασία και στην Κωνσταντινούπολη, κυριάρχησε παντού, σε όλη την Ανατολή, στα Βαλκάνια και στη Βόρεια Αφρική. Και απ'αυτήν θα προκύψουν αργότερα οι εθνικές μορφές του Θεάτρου Σκιών, στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στη Ρουμανία, στη Γεωργία, στο Ιράκ, στη Συρία, στην Αίγυπτο, στη Λιβύη, στην Τυνησία, στην Αλγερία αλλά και στην Ευρώπη.
Για το τέλος, το μόνο που θα μπορούσε να πει κανείς με σιγουριά είναι ότι ο Καραγκιόζης δεν αποτελεί ιδιοκτησία ούτε του ελληνικού αλλά ούτε και του τουρκικού έθνους-κράτους, είναι έργο των λαών το οποίο αποτελεί πολύτιμη κληρονομιά που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στα χρόνια.
Ειλικρινά παρα πολύ ενδιαφέρον εμαθα πράγματα που δεν ήξερα...
ΑπάντησηΔιαγραφή